Βιρμανός Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply Βιρμανός https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/Βιρμανός.mp3 (αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) birmanez ενικός πληθυντικός ονομαστική ο Βιρμανός οι Βιρμανοί γενική του Βιρμανού των Βιρμανών αιτιατική το Βιρμανό τους Βιρμανούς κλητική Βιρμανέ Βιρμανοί [cite]