Βοσνία Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply Βοσνία https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/Βοσνία.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) Bosnjë, bosnjake ενικός πληθυντικός ονομαστική η Βοσνία – γενική της Βοσνίας – αιτιατική τη Βοσνία – κλητική Βοσνία – [cite]