βροχή Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply βροχή https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/βροχή.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) shi ενικός πληθυντικός ονομαστική η βροχή οι βροχές γενική της βροχής των βροχών αιτιατική τη βροχή τις βροχές κλητική βροχή βροχές [cite]