(επίθετο – mbiemër)
i pafat
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | άτυχος | άτυχη | άτυχο |
γενική | άτυχου | άτυχης | άτυχου |
αιτιατική | άτυχο | άτυχη | άτυχο |
κλητική | άτυχε | άτυχη | άτυχο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | άτυχοι | άτυχες | άτυχα |
γενική | άτυχων | άτυχων | άτυχων |
αιτιατική | άτυχους | άτυχες | άτυχα |
κλητική | άτυχοι | άτυχες | άτυχα |
[cite]