βιοχημεία Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply βιοχημεία https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/βιοχημεία.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) biokimi ενικός πληθυντικός ονομαστική η βιοχημεία οι βιοχημείες γενική της βιοχημείας των βιοχημειών αιτιατική τη βιοχημεία τις βιοχημείες κλητική βιοχημεία βιοχημείες [cite]