αναφορά Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply αναφορά https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/αναφορά.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) referim përmendje referencë ενικός πληθυντικός ονομαστική η αναφορά οι αναφορές γενική της αναφοράς των αναφορών αιτιατική την αναφορά τις αναφορές κλητική αναφορά αναφορές [cite]