ανοιχτόμυαλος


ανοιχτόμυαλος

(επίθετο – mbiemër)

mendjehapur
pa paragjykime

ενικός
ονομαστική ανοιχτόμυαλος ανοιχτόμυαλη ανοιχτόμυαλο
γενική ανοιχτόμυαλου ανοιχτόμυαλης ανοιχτόμυαλου
αιτιατική ανοιχτόμυαλο ανοιχτόμυαλη ανοιχτόμυαλο
κλητική ανοιχτόμυαλε ανοιχτόμυαλη ανοιχτόμυαλο
πληθυντικός
ονομαστική ανοιχτόμυαλοι ανοιχτόμυαλες ανοιχτόμυαλα
γενική ανοιχτόμυαλων ανοιχτόμυαλων ανοιχτόμυαλων
αιτιατική ανοιχτόμυαλους ανοιχτόμυαλες ανοιχτόμυαλα
κλητική ανοιχτόμυαλοι ανοιχτόμυαλες ανοιχτόμυαλα
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *