βιντεοτηλέφωνο


βιντεοτηλέφωνο

( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.)

videofon

ενικός πληθυντικός
ονομαστική το βιντεοτηλέφωνο τα βιντεοτηλέφωνα
γενική του βιντεοτηλεφώνου των βιντεοτηλεφώνων
αιτιατική το βιντεοτηλέφωνο τα βιντεοτηλέφωνα
κλητική βιντεοτηλεφώνου βιντεοτηλέφωνα
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *