(επίθετο – mbiemër)
ballkanik
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | βαλκανικός | βαλκανική | βαλκανικό |
γενική | βαλκανικού | βαλκανικής | βαλκανικού |
αιτιατική | βαλκανικό | βαλκανική | βαλκανικό |
κλητική | βαλκανικέ | βαλκανική | βαλκανικό |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | βαλκανικοί | βαλκανικές | βαλκανικά |
γενική | βαλκανικών | βαλκανικών | βαλκανικών |
αιτιατική | βαλκανικούς | βαλκανικές | βαλκανικά |
κλητική | βαλκανικοί | βαλκανικές | βαλκανικά |
[cite]