χτένα Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply χτένα https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/χτένα.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) krehër ενικός πληθυντικός ονομαστική η χτένα οι χτένες γενική της χτένας των χτενών αιτιατική τη χτένα τις χτένες κλητική χτένα χτένες [cite]