αίτηση Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply αίτηση https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/αίτηση.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) kërkesë ενικός πληθυντικός ονομαστική η αίτηση οι αιτήσεις γενική της αίτησης / αιτήσεως των αιτήσεων αιτιατική την αίτηση τις αιτήσεις κλητική αίτηση αιτήσεις [cite]