φοιτητής Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φοιτητής https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φοιτητής.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) student ενικός πληθυντικός ονομαστική ο φοιτητής οι φοιτητές γενική του φοιτητή των φοιτητών αιτιατική το φοιτητή τους φοιτητές κλητική φοιτητή φοιτητές [cite]