φόρος Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φόρος https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φόρος.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) taksë ενικός πληθυντικός ονομαστική ο φόρος οι φόροι γενική του φόρου των φόρων αιτιατική το φόρο τους φόρους κλητική φόρε φόροι [cite]