φύκι Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φύκι https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φύκι.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) algë deti ενικός πληθυντικός ονομαστική το φύκι τα φύκια γενική του φυκιού των φυκιών αιτιατική το φύκι τα φύκια κλητική φύκι φύκια [cite]