Άνδεις Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply Άνδεις https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/Άνδεις.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) (gjeog.) Andet πληθυντικός ονομαστική η Άνδεις γενική της Άνδεων αιτιατική την Άνδεις κλητική Άνδεις [cite]