αντίκα Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply αντίκα https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/αντίκα.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) antikë ενικός πληθυντικός ονομαστική η αντίκα οι αντίκες γενική της αντίκας των αντικών αιτιατική την αντίκα τις αντίκες κλητική αντίκα αντίκες [cite]