χρόνος Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply χρόνος https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/χρόνος.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) kohë ενικός πληθυντικός ονομαστική ο χρόνος οι χρόνοι γενική του χρόνου των χρόνων αιτιατική το χρόνο τους χρόνους κλητική χρόνε χρόνοι [cite]