ανάληψη Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply ανάληψη https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/ανάληψη.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) tërheqje ενικός πληθυντικός ονομαστική η ανάληψη οι αναλήψεις γενική της ανάληψης / αναλήψεως των αναλήψεων αιτιατική την ανάληψη τις αναλήψεις κλητική ανάληψη αναλήψεις [cite]