φορτιστής Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φορτιστής https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φορτιστής.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) karikues mbushës ενικός πληθυντικός ονομαστική ο φορτιστής οι φορτιστές γενική του φορτιστή των φορτιστών αιτιατική το φορτιστή τους φορτιστές κλητική φορτιστή φορτιστές [cite]