φωνήεν


φωνήεν

( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.)

zanore

 

ενικός πληθυντικός
ονομαστική το φωνήεν τα φωνήεντα
γενική του φωνήεντος των φωνηέντων
αιτιατική το φωνήεν τα φωνήεντα
κλητική φωνήεν φωνήεντα
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *