ψευδάργυρος Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply ψευδάργυρος https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/ψευδάργυρος.mp3 zink ενικός πληθυντικός ονομαστική ο ψευδάργυρος – γενική του ψευδαργύρου – αιτιατική τον ψευδάργυρο – κλητική ψευδάργυρε – [cite]