βασίλισσα Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply βασίλισσα https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/βασίλισσα.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) mbretëreshë ενικός πληθυντικός ονομαστική η βασίλισσα οι βασίλισσες γενική της βασίλισσας των βασιλισσών αιτιατική τη βασίλισσα τις βασίλισσες κλητική βασίλισσα βασίλισσες [cite]