μοίρα


μοίρα

fat
pjesë π.χ (η νόμιμη μοίρα – pjesë që i takon “dikujt” me ligj/ trashëgimi)
gradë π.χ (γωνιά τριάντα μοιρών – kënd tridhjetë gradësh)
skuadër/ njësi π.χ ( στρατιωτική, αεροπορική, ναυτική – ushtarake, ajrore, detare)

[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *