(επίθετο – mbiemër)
i prapë
i mbrapshtë
i pabindur
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | ανάποδος | ανάποδη | ανάποδο |
γενική | ανάποδου | ανάποδης | ανάποδου |
αιτιατική | ανάποδο | ανάποδη | ανάποδο |
κλητική | ανάποδε | ανάποδη | ανάποδο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | ανάποδοι | ανάποδες | ανάποδα |
γενική | ανάποδων | ανάποδων | ανάποδων |
αιτιατική | ανάποδους | ανάποδες | ανάποδα |
κλητική | ανάποδοι | ανάποδες | ανάποδα |
[cite]