αναγνώστης Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply αναγνώστης https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/αναγνώστης.mp3 (αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) lexues ενικός πληθυντικός ονομαστική ο αναγνώστης οι αναγνώστες γενική του αναγνώστη των αναγνωστών αιτιατική τον αναγνώστη τους αναγνώστες κλητική αναγνώστη αναγνώστες [cite]