αντίσωμα Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply αντίσωμα https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/αντίσωμα.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) kundërtrup ενικός πληθυντικός ονομαστική το αντίσωμα τα αντισώματα γενική του αντισώματος των αντισωμάτων αιτιατική το αντίσωμα τα αντισώματα κλητική αντίσωμα αντισώματα [cite]