(επίθετο – mbiemër)
i pabesueshëm
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | απίστευτος | απίστευτη | απίστευτο |
γενική | απίστευτου | απίστευτης | απίστευτου |
αιτιατική | απίστευτο | απίστευτη | απίστευτο |
κλητική | απίστευτε | απίστευτη | απίστευτο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | απίστευτοι | απίστευτες | απίστευτα |
γενική | απίστευτων | απίστευτων | απίστευτων |
αιτιατική | απίστευτους | απίστευτες | απίστευτα |
κλητική | απίστευτοι | απίστευτες | απίστευτα |
[cite]