(επίθετο – mbiemër)
i papërcaktuar
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | απρόσωπος | απρόσωπη | απρόσωπο |
γενική | απρόσωπου | απρόσωπης | απρόσωπου |
αιτιατική | απρόσωπο | απρόσωπη | απρόσωπο |
κλητική | απρόσωπε | απρόσωπη | απρόσωπο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | απρόσωποι | απρόσωπες | απρόσωπα |
γενική | απρόσωπων | απρόσωπων | απρόσωπων |
αιτιατική | απρόσωπους | απρόσωπες | απρόσωπα |
κλητική | απρόσωποι | απρόσωπες | απρόσωπα |
[cite]