(επίθετο – mbiemër)
individual
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | ατομικός | ατομική | ατομικό |
γενική | ατομικού | ατομικής | ατομικού |
αιτιατική | ατομικό | ατομική | ατομικό |
κλητική | ατομικέ | ατομική | ατομικό |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | ατομικοί | ατομικές | ατομικά |
γενική | ατομικών | ατομικών | ατομικών |
αιτιατική | ατομικούς | ατομικές | ατομικά |
κλητική | ατομικοί | ατομικές | ατομικά |
[cite]