Αφρική Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply Αφρική https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/Αφρική.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) Afrikë ενικός πληθυντικός ονομαστική η Αφρική – γενική της Αφρικής – αιτιατική την Αφρική – κλητική Αφρική – [cite]