(επίθετο – mbiemër)
bojëqielli
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | γαλάζιος | γαλάζια | γαλάζιο |
γενική | γαλάζιου | γαλάζιας | γαλάζιου |
αιτιατική | γαλάζιο | γαλάζια | γαλάζιο |
κλητική | γαλάζιε | γαλάζια | γαλάζιο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | γαλάζιοι | γαλάζιες | γαλάζια |
γενική | γαλάζιων | γαλάζιων | γαλάζιων |
αιτιατική | γαλάζιους | γαλάζιες | γαλάζια |
κλητική | γαλάζιοι | γαλάζιες | γαλάζια |
[cite]