φίλτρο Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φίλτρο https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φίλτρο.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) filtër ενικός πληθυντικός ονομαστική το φίλτρο τα φίλτρα γενική του φίλτρου των φίλτρων αιτιατική το φίλτρο τα φίλτρα κλητική φίλτρο φίλτρα [cite]