φτωχός


φτωχός

(επίθετο – mbiemër)

i vafër
i dobët

 

ενικός
ονομαστική φτωχός φτωχή φτωχό
γενική φτωχού φτωχής φτωχού
αιτιατική φτωχό φτωχή φτωχό
κλητική φτωχέ φτωχή φτωχό
πληθυντικός
ονομαστική φτωχοί φτωχές φτωχά
γενική φτωχών φτωχών φτωχών
αιτιατική φτωχούς φτωχές φτωχά
κλητική φτωχοί φτωχές φτωχά
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *