φυλή Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φυλή https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φυλή.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) racë ενικός πληθυντικός ονομαστική η φυλή οι φυλές γενική της φυλής των φυλών αιτιατική τη φυλή τις φυλές κλητική φυλή φυλές [cite]