χαιρετισμός


χαιρετισμός

(αρσενικό ουσιαστικό- emër. gjin. mashk.)

përshëndetje

ενικός πληθυντικός
ονομαστική ο χαιρετισμός οι χαιρετισμοί
γενική του χαιρετισμού των χαιρετισμών
αιτιατική τον χαιρετισμό τους χαιρετισμούς
κλητική χαιρετισμέ χαιρετισμοί
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *