χείλος Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply χείλος https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/χείλος.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) buzë ενικός πληθυντικός ονομαστική το χείλος τα χείλη γενική του χείλους των χειλέων αιτιατική το χείλος τα χείλη κλητική χείλος χείλη [cite]