χρέωση Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply χρέωση https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/χρέωση.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) pagesë detyrim borxh ενικός πληθυντικός ονομαστική η χρέωση τα χρεώσεις γενική της χρέωσης& χρεώσεως των χρεώσεων αιτιατική τη(ν) χρέωση τις χρεώσεις κλητική χρέωση χρεώσεις [cite]