(επίθετο – mbiemër)
i dobishëm
ενικός | |||
---|---|---|---|
ονομαστική | χρήσιμος | χρήσιμη | χρήσιμο |
γενική | χρήσιμου | χρήσιμης | χρήσιμου |
αιτιατική | χρήσιμο | χρήσιμη | χρήσιμο |
κλητική | χρήσιμε | χρήσιμη | χρήσιμο |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | χρήσιμοι | χρήσιμες | χρήσιμα |
γενική | χρήσιμων | χρήσιμων | χρήσιμων |
αιτιατική | χρήσιμους | χρήσιμες | χρήσιμα |
κλητική | χρήσιμοι | χρήσιμες | χρήσιμα |
[cite]