αχάριστος


αχάριστος

(επίθετο – mbiemër)

i pakëndshëm
mosmirënjohës

ενικός
ονομαστική αχάριστος αχάριστη αχάριστο
γενική αχάριστου αχάριστης αχάριστου
αιτιατική αχάριστο αχάριστη αχάριστο
κλητική αχάριστε αχάριστη αχάριστο
πληθυντικός
ονομαστική αχάριστοι αχάριστες αχάριστα
γενική αχάριστων αχάριστων αχάριστων
αιτιατική αχάριστους αχάριστες αχάριστα
κλητική αχάριστοι αχάριστες αχάριστα
[cite]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *