βράδυ Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply βράδυ https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/βράδι.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) mbrëmje ενικός πληθυντικός ονομαστική το βράδυ τα βράδια γενική του βραδιού των βραδιών αιτιατική το βράδυ τα βράδια κλητική βράδυ βράδια [cite]