βότανα Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply βότανα https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/βότανα.mp3 ( ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.) bimë mjekësore ενικός πληθυντικός ονομαστική το βότανο τα βότανα γενική του βοτάνου / βότανου των βοτάνων / βότανων αιτιατική το βότανο τα βότανα κλητική βότανο βότανα [cite]