φεμινιστής Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φεμινιστής https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φεμινιστής.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) feminist ενικός πληθυντικός ονομαστική ο φεμινιστής οι φεμινιστές γενική του φεμινιστή των φεμινιστών αιτιατική το φεμινιστή τους φεμινιστές κλητική φεμινιστή φεμινιστές [cite]