φλεγμονή Posted on by Fjalor Greqisht — Leave a reply φλεγμονή https://greqisht.shqipopedia.org/wp-content/uploads/audio/φλεγμονή.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) pezmatim ενικός πληθυντικός ονομαστική η φλεγμονή οι φλεγμονές γενική της φλεγμονής των φλεγμονών αιτιατική τη φλεγμονή τις φλεγμονές κλητική φλεγμονή φλεγμονές [cite]